Πλαίσιο Λειτουργίας Επιτροπής Ερευνητικής Δεοντολογίας

Ο ρόλος της Επιτροπής Ερευνητικής Δεοντολογίας συνίσταται:

α. στην εφαρμογή του παρόντος πλαισίου.

β. στην εξέταση των ερευνητικών πρωτοκόλλων που διενεργούνται στο πλαίσιο του Τμήματος Ψυχολογίας και στα οποία προβλέπεται η συμμετοχή προσώπων και των δεδομένων που προκύπτουν απ’ αυτά. 

γ. στην παραπομπή στη Γενική Συνέλευση Ειδικής Σύνθεσης του Τμήματος Ψυχολογίας των ερευνητικών πρωτοκόλλων, για τα οποία υπήρξε οριστική διαφωνία μεταξύ των μελών της Επιτροπής. 

δ. στη δυνατότητα οργάνωσης σεμιναρίων, ημερίδων και διαλέξεων για θέματα ηθικής και δεοντολογίας των ερευνών με σκοπό την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της επιστημονικής κοινότητας.

α. Η σύνθεση της Επιτροπής πρέπει να εγγυάται την απαραίτητη σφαιρική εξέταση και αξιολόγηση των επιστημονικών, νομικών και ηθικών ζητημάτων που προκύπτουν στα πλαίσια της έρευνας, καθώς και την ανεξαρτησία της κρίσης της Επιτροπής από προκαταλήψεις και αθέμιτες επιρροές.

β. Η Επιτροπή αποτελείται από 4 τακτικά μέλη.  

γ. Ένα από τα τακτικά μέλη της Επιτροπής εκτελεί χρέη Προέδρου.

δ. Η σύνθεση της Επιτροπής πρέπει να είναι κατά το δυνατόν η πλέον αντιπροσωπευτική των επιμέρους κλάδων της επιστήμης της Ψυχολογίας.

ε. Τα μέλη της Επιτροπής δεν ορίζονται ex officio αλλά με γνώμονα το ενδιαφέρον και την ερευνητικής τους εμπειρία ή την εξοικείωσή τους με θέματα ηθικής και δεοντολογίας της έρευνας (π.χ. μεταπτυχιακές σπουδές). 

στ. Τα ονόματα και οι ιδιότητες των μελών της Επιτροπής είναι διαθέσιμα σε κάθε ερευνητή, πηγή χρηματοδότησης ερευνών ή αρμόδια αρχή που θα τα ζητήσει και είναι αναρτημένα στην ιστοσελίδα του Τμήματος Ψυχολογίας.

α. Η Επιτροπή δέχεται αιτήσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους.

β. Η Επιτροπή συνεδριάζει τακτικά την πρώτη εβδομάδα των μηνών Νοεμβρίου, Μαρτίου και Μαΐου μετά από πρόσκληση που απευθύνει ο/η Πρόεδρος στα μέλη της και εφόσον έχουν προκύψει θέματα της αρμοδιότητας της Επιτροπής. 

γ. Έκτακτες συνεδριάσεις διενεργούνται κατά περίπτωση.

δ. Στις συνεδριάσεις μπορούν να συμμετέχουν συμβουλευτικά και μέλη εξειδικευμένων επιστημονικών περιοχών από το Πανεπιστήμιο ή εκτός, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

ε. Σε κάθε συνεδρίαση τηρούνται πρακτικά με ευθύνη του Προέδρου.

α. Η Επιτροπή αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών της, αφού καταβληθεί κάθε προσπάθεια για επίτευξη ομοφωνίας.

β. Η Επιτροπή δύναται να ζητήσει από τους ερευνητές να καταθέσουν σε αυτή συμπληρωματικά έγγραφα ή και να ζητήσει την αυτοπρόσωπη παρουσία τους για την παροχή διευκρινίσεων πριν λάβει την απόφασή της.

γ. Οι αποφάσεις της Επιτροπής είναι αιτιολογημένες και γνωστοποιούνται γραπτώς στους ενδιαφερομένους εντός δύο εβδομάδων από την ημερομηνία έγκρισης της αίτησης από την Επιτροπή. 

δ. Στις αποφάσεις της Επιτροπής δε συμμετέχει μέλος της Επιτροπής ή άμεσος συνεργάτης του στις περιπτώσεις που αξιολογείται δικό του ερευνητικό πρωτόκολλο.

α. Η Επιτροπή δεν εξετάζει ερευνητικά πρωτόκολλα που διενεργούνται εκτός του Τμήματος Ψυχολογίας.

β. Η Επιτροπή δεν παρακολουθεί, επί του παρόντος, τη διεξαγωγή των ερευνών ή τη δημοσίευση των ευρημάτων. Ωστόσο, η διαρκής παρακολούθηση της ερευνητικής διαδικασίας θεωρείται απαραίτητη διεθνώς και οφείλει να προβλεφθεί στο μέλλον.

γ. Η Επιτροπή δεν ασχολείται με θέματα δεοντολογίας εκτός έρευνας.

δ. Η Επιτροπή δεν ασχολείται με τα οικονομοτεχνικά των μελετών παρά μόνο σε βαθμό που αυτά εμπεριέχουν ηθικά ζητήματα (π.χ. αποζημιώσεις των συμμετεχόντων στη μελέτη).

ε. Η Επιτροπή δεν αξιολογεί την ερευνητική υπόθεση αλλά μπορεί να προτείνει βελτιώσεις (π.χ. για τα κριτήρια συμπερίληψης ή αποκλεισμού των συμμετεχόντων).

α. Συμπληρωμένο το έντυπο της αίτησης προς την Επιτροπή Ερευνητικής Δεοντολογίας

β. Έντυπο έγγραφης ενημέρωσης για τους συμμετέχοντες στην έρευνα. 

γ. Έντυπο έγγραφης συγκατάθεσης (όταν απαιτείται).

δ. Οποιαδήποτε άλλο έγγραφο ή υποστηρικτικό της μελέτης υλικό.

ε. Έγγραφη δήλωση ότι έλαβαν γνώση του παρόντος πλαισίου αναλαμβάνοντας την υποχρέωση συμμόρφωσης και τήρησης των προβλεπόμενων σε αυτό όρων και διατάξεων.

α. Τα ερευνητικά πρωτόκολλα κατατίθενται στον/στην Πρόεδρο της Επιτροπής αυτοπροσώπως ή με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο.

β. Γίνεται έλεγχος του πρωτοκόλλου από όλα τα μέλη της Επιτροπής έως την επόμενη συνεδρίασή της. 

γ. Γίνεται ανάθεση του πρωτοκόλλου σε ένα από τα μέλη της Επιτροπής, ανάλογα με τη συνάφεια του αντικειμένου ή την ερευνητική εμπειρία του, το οποίο αναλαμβάνει ρόλο εισηγητή για το συγκεκριμένο πρωτόκολλο. Αν το μέλος δεν είναι ανεξάρτητο από την ερευνητική ομάδα του πρωτοκόλλου ή έχει αιτιολογημένη επιθυμία να μην εξετάσει το συγκεκριμένο πρωτόκολλο, αυτό προωθείται σε άλλο μέλος της Επιτροπής.

δ. Το μέλος εισηγητής, παρουσιάζει το πρωτόκολλο στην Επιτροπή και επισημαίνει σημεία προς συζήτηση και τυχόν επιφυλάξεις εφόσον υπάρχουν. 

ε. Η τελική απόφαση λαμβάνεται από την πλειοψηφία των παρόντων μελών. Οι αποφάσεις λαμβάνονται χωρίς την παρουσία οποιωνδήποτε προσκεκλημένων και από την ψηφοφορία απέχουν μέλη της επιτροπής ή άμεσοι συνεργάτες τους εφόσον αξιολογείται δικό τους ερευνητικό πρωτόκολλο.

Πεδίο εφαρμογής του πλαισίου λειτουργίας της Επιτροπής Ερευνητικής Δεοντολογίας:

Το παρόν πλαίσιο εφαρμόζεται σε όλες τις ερευνητικές δραστηριότητες με συμμετέχοντες ανθρώπους, που διεξάγονται υπό την ευθύνη του επιστημονικού προσωπικού του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης

α. Η έρευνα πρέπει να διεξάγεται με απόλυτο σεβασμό στην επιστημονική αλήθεια, στην ακαδημαϊκή ελευθερία, στη βιολογική και πνευματική ακεραιότητα του ανθρώπου, στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, στην πνευματική ιδιοκτησία και στα προσωπικά δεδομένα.

β. Κατά την έρευνα πρέπει να αποφεύγεται κάθε διάκριση των πολιτών κατά την εθνότητα, τη φυλή, το φύλο, την εθνική καταγωγή, τη γλώσσα, τη θρησκεία, την προσωπική ζωή, τη σωματική ικανότητα, το κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον.

γ. Δεν επιτρέπεται η δημοσιοποίηση στοιχείων του ατομικού ή κληρονομικού ιστορικού των συμμετεχόντων στην έρευνα, παρά μόνο με τρόπο που να διασφαλίζεται πλήρως η ανωνυμία τους. 

δ. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, οι ερευνητές οφείλουν να τηρούν την επαγγελματική δεοντολογία του κλάδου τους.

ε. Η λογοκλοπή και η ιδιοποίηση επιτευγμάτων άλλων ερευνητών απαγορεύονται. Οι ερευνητές οφείλουν να ενεργούν με τρόπο ανάλογο με την ισχύουσα νομοθεσία για την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και των εφευρέσεων κατοχυρωμένων με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

στ. Οι υπεύθυνοι ερευνητές οφείλουν να ενημερώνουν όλους τους εργαζόμενους ή συνεργάτες στην έρευνα για όσα ορίζει το παρόν πλαίσιο.

ζ. Η διεξαγωγή των ερευνών στους χώρους του Πανεπιστημίου Κρήτης δεν πρέπει να παρακωλύει τις λοιπές εκπαιδευτικές διαδικασίες. 

η. Η χρήση των εγκαταστάσεων ή του εξοπλισμού του Τμήματος Ψυχολογίας δεν πρέπει υπό το πρόσχημα της έρευνας να εξυπηρετεί προσωπικούς σκοπούς των ερευνητών.

θ. Η χρηματοδότηση της έρευνας από ιδιωτικούς φορείς επιτρέπεται μόνο όταν δε γίνεται για λόγους διαφήμισης.

α. Οι υπεύθυνοι ερευνητές πρέπει να ενημερώνουν τόσο προφορικά όσο και εγγράφως του συμμετέχοντες στη μελέτη για τις ερευνητικές διαδικασίες, τους σκοπούς, τους ενδεχόμενους κινδύνους, τα αναμενόμενα οφέλη της έρευνας, το δικαίωμα να συμμετάσχουν και να αποσυρθούν από την έρευνα όταν η συμμετοχή έχει ήδη ξεκινήσει, τα όρια τήρησης του απόρρητου της συμμετοχής, την τυχόν παροχή κινήτρων για συμμετοχή, με ποιον μπορούν να επικοινωνήσουν για τυχόν ερωτήσεις σχετικά με την έρευνα και τα δικαιώματα τους πριν ζητήσουν την έγγραφη συγκατάθεσή τους για εθελοντική συμμετοχή στη μελέτη.

β. Τα κείμενα έγγραφης ενημέρωσης πρέπει να είναι διατυπωμένα με απλό και κατανοητό τρόπο, αποφεύγοντας τη χρήση τεχνικών όρων.

γ. Αν κατά τη διάρκεια της έρευνας προστεθούν πληροφορίες που θα έπρεπε να γνωρίζουν οι συμμετέχοντες, το έντυπο έγγραφης ενημέρωσης πρέπει να συμπληρώνεται αναλόγως και να υποβληθεί εκ νέου στην Επιτροπή.

δ. Οι ερευνητές που διεξάγουν μελέτες με παραπλάνηση πρέπει να τεκμηριώνουν επαρκώς ότι η χρήση παραπλανητικών τεχνικών είναι αναγκαία για την επιστημονική, εκπαιδευτική ή εφαρμοσμένη αξία της μελέτης και ότι εναλλακτικές διαδικασίες που δε χρησιμοποιούν παραπλάνηση δεν είναι εφικτές. Σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να εξηγείται η παραπλάνηση στους συμμετέχοντες όσο το δυνατόν νωρίτερα, στη λήξη της συμμετοχής τους και όχι αργότερα από το τέλος της μελέτης.

α. Στην έγγραφη συγκατάθεση των συμμετεχόντων, όπου απαιτείται, πρέπει να γίνεται σαφές ότι μπορούν να αποσυρθούν από τη μελέτη χωρίς καμία απολύτως επίπτωση. Επίσης, ότι τηρούνται οι κανόνες συγκατάθεσης όπως ορίζονται από την κείμενη νομοθεσία και τις διεθνής αρχές σε περιπτώσεις ευάλωτων ομάδων πληθυσμού (ανήλικοι, αναλφάβητοι, μετανάστες, φυλακισμένοι, άνθρωποι με σοβαρές ψυχοπνευματικές ιδιαιτερότητες).  

β. Όσοι εκ του νόμου δεν είναι ικανοί για δικαιοπραξία μπορούν να συμμετάσχουν μετά από έγγραφη ή προφορική συγκατάθεση του ατόμου που ασκεί την κηδεμονία ή την επιμέλειά τους.

Οικονομική αποζημίωση των συμμετεχόντων για τη συμμετοχή τους στην έρευνα δεν αποκλείεται εφόσον το ποσό δεν είναι τόσο μεγάλο ώστε να αποτελέσει το βασικό κίνητρο για συμμετοχή ούτε τόσο μικρό ώστε να θεωρηθεί ότι δεν ανταποκρίνεται στην αποζημίωση του χρόνου που διέθεσε ο συμμετέχοντας.

Όλα τα μέσα προβολής των ερευνητικών προγραμμάτων διαμορφώνονται και χρησιμοποιούνται με τρόπο που να εξυπηρετεί την ενημέρωση της επιστημονικής κοινότητας και των πολιτών. Η αναφορά σε χορηγούς πρέπει να γίνεται με προσοχή, ώστε να μη δίδεται η εντύπωση διαφήμισης.

α. Οι υπεύθυνοι της έρευνας οφείλουν να τηρούν κατά τη διεξαγωγή της έρευνας τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας, τους κανόνες της επαγγελματικής δεοντολογίας και το παρόν πλαίσιο.

β. Οι υπεύθυνοι της έρευνας δεν πρέπει να οικειοποιούνται συλλογικά ερευνητικά πορίσματα για ατομική τους προβολή ή να εμφανίζουν πορίσματα της έρευνας ως ατομική τους εργασία.

γ. Σε ομαδική έρευνα, ο υπεύθυνος της ομάδας οφείλει να μεριμνά για την τήρηση των αρχών και της δεοντολογίας από όλα τα μέλη της ομάδας. Ο σεβασμός της ατομικής συμβολής του κάθε ερευνητή και η τήρηση της διαφάνειας και αμοιβαίας ενημέρωσης αποτελούν υποχρέωση όλων των συμμετεχόντων στην έρευνα.

δ. Σε περίπτωση περισσοτέρων του ενός επιστημονικών υπευθύνων, ο κάθε υπεύθυνος οφείλει να τηρεί όλες τις υποχρεώσεις του παρόντος.